Απολείπειν ο θεός τους Έλληνες;

«Τι να πεις; Τι να μην πεις; Για τι να μιλήσεις;» ψιθυρίζει μέσα στο βουβό της πένθος η Ηλέκτρα μαθαίνοντας για το θάνατο του πατέρα της και την πτώση του Οίκου των Ατρειδών.
Τι να πεις; Δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά περισσεύουν τα λόγια, οι αναλύσεις, οι πληροφορίες, οι δηλώσεις, οι εξαγγελίες, οι συνεντεύξεις, τα σχόλια, οι φήμες και οι ειδήσεις, αληθινές ή ψεύτικες.
Τι να μην πεις; Δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά περισσεύουν τα όσα δεν ομολογούνται, δεν αρθρώνονται, δεν καταγράφονται.
Για τι να μιλήσεις;
Καταφεύγω, αυτές τις ώρες στους τόμους της Ιστορίας μας. Κι ύστερα, «ώρα μεσάνυχτα», αποκαμωμένος από τις επαναλήψεις των ελληνικών τραγωδιών, των καταρρεύσεων, των εμφύλιων, καταφεύγω στο «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον» του μεγάλου Αλεξανδρινού να ηρεμήσει η ψυχή μου.
Να όμως που αντί για «αόρατους θιάσους να περνούν» βλέπω ορατούς θιάσους σκιών στις τηλεοπτικές οθόνες να κινδυνολογούν ή να προσπαθούν τα υπερασπιστούν τα ανυπεράσπιστα.
Να που ούτε «μουσικές εξαίσιες» ακούω, αλλά ούτε και νταούλια και ζουρνάδες. Μόνο φωνές. Αναρθρες και ασύντακτες.
Η τύχη μας ενδίδει πια. Κι όμως! Ούτε ένας δεν ομολογεί ότι τα έργα του απέτυχαν και ότι τα σχέδιά του βγήκαν όλα πλάνες. Και μόνο ο κόσμος ανωφέλετα θρηνεί στις ουρές των ΑΤΜ. Και μόνο ο κόσμος αισθάνεται γελασμένος, λέει πως ήταν όνειρο και πως απατήθηκε η ακοή του με το «πρώτη φορά Αριστερά». Γιατί τέτοιες μάταιες ελπίδες καταδέχθηκε. Γιατί τα είχε
όλα φορτώσει στους Βαρβάρους.
Κι έτσι, καλούμαστε να αποχαιρετήσουμε την Αλεξάνδρεια που χάνουμε όχι «σαν έτοιμοι από καιρό, σα θαρραλέοι» αλλά με των «δειλών τα παρακάλια και παράπονα».
Αναθέτοντας στον Κώστα, στον Γιώργο, στον Λουκά, στον Αντώνη, στον Αλέξη τις τύχες μας, αποδείχθηκε ότι δεν είμαστε άξιοι να ζούμε σε μια «τέτοια πόλι». Κι αυτή η ανάθεση, χωρίς τη δική μας συμμετοχή, είναι το μέγα λάθος.
Υποδουλωμένοι στα τηλεπαράθυρα και στην συγκίνηση των κηνσόρων αλλά και των θεραπόντων της κάθε εξουσίας έχουμε εδώ και καιρό αποχαιρετήσει κάθε ελπίδα να βγούμε από τα σκοτάδια μας.
Γυρίζω σελίδα και διαβάζω αυτούσιο το επόμενο ποίημα:
Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι
να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα
πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.
Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Aν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι — το σωστό — εις όλην την ζωή του.
Ισως και να μην είναι αργά…
Αρκεί να σιωπήσουμε έστω και για λίγο. Ολοι! Αρκετά μιλήσαμε…

Σχόλια