Βουλώστε το, επιτέλους!

Φτάνει! Σωπάστε επιτέλους! Ούτε ένας δεν έχει πλέον την ελάχιστη επίγνωση να πάψει να δηλώνει οτιδήποτε του κατεβάζει η κούτρα του σε αυτόν τον έρημο τόπο; Ούτε ένας δεν έχει ακούσει ότι «καιρὸς τοῦ ῥῆξαι καὶ καιρὸς τοῦ ῥάψαι, καιρὸς τοῦ σιγᾶν καὶ καιρὸς τοῦ λαλεῖν» (Εκκλ. 3,7) που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει πως «υπάρχει η κατάλληλη στιγμή να σκίζεις το καλσόν σου, η κατάλληλη να το ξαναράβεις. Η εποχή να το βουλώνεις και η εποχή του να κάνεις δηλώσεις». Κανένας;
«Αν μας στριμώξουν πέρα από τις κόκκινες γραμμές μας θα το κάνουμε Κούγκι» ο ένας. «Αν επιμείνουν στο ασφαλιστικό και τα εργασιακά θα τους φέρουμε το τραπέζι στο κεφάλι» ο άλλος. «Αν μας πούνε όχι θα πάμε δημοψήφισμα» ο τρίτος. «Αν δεν μας πούνε ναι θα πάμε σε εκλογές» ο επόμενος. Και μετά παραλαμβάνουν, ως όφειλαν (;), τα ξένα και τα ελληνικά ΜΜΕ τα …σκισμένα καλσόν και τα κάνουν μπαϊράκια δίπλα-δίπλα με ανάλογες δηλώσεις από τα Βερολίνα και τις Βρυξέλλες και μας τα επιστρέφουν ως «ΣΟΚ»: «ΣΟΚ! Από τους Ευρωπαίους: Βρε δε πα να φύγει η Ελλάδα, να πάει στον αγύριστο;», «ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ: Δεκάρα τσακιστή δεν θα δώσει η Ευρώπη, δηλώνει ο Σόιμπλε».
Μετά τα μαζεύουν οι πρώτοι, τα ψιλομαζεύουν και οι δεύτεροι: «Σε καλό κλίμα οι διαπραγματεύσεις. Σημειώσαμε πρόοδο λέει ο Ντάιζενμπλουμ». «Χαμόγελα στο Μαξίμου! Είμαστε κοντά στον έντιμο συμβιβασμό». Μέχρι να βγει ο επόμενος υπουργός, υφυπουργός ή στέλεχος να ξανασκίσει το καλσόν και να πάλι το Κούγκι, το Αρκάδι και η έξοδος του Μεσολογγίου…
Δεν λένε λάθος πράγματα όλοι τους. Λογικά είναι τα περισσότερα. Αν φτάσουμε σε αδιέξοδο κάτι θα πρέπει να κάνουμε ως χώρα, δεν θα κάτσουμε με σταυρωμένα τα χέρια. Ευνόητο. Το πρόβλημα όμως δεν είναι εκεί. Το πρόβλημα είναι ότι ο τρόπος που το λένε, η συχνότητα και, κυρίως, το timing είναι εντελώς λάθος. Το κάθε τι που λέγεται –ή ΔΕΝ λέγεται- στη διάρκεια μιας διαπραγμάτευσης, όπως και μιας παρτίδας σκάκι ή πόκερ, αποκτά ιδιαίτερη σημασία, απείρως μεγαλύτερη από το να λεγόταν το ΙΔΙΟ ακριβώς πράγμα σε μια άλλη, ουδέτερη στιγμή ή σε κάποιο καφενείο. Ποτέ καμιά μάχη και καμιά διαπραγμάτευση δεν έληξε νικηφόρα με δηλώσεις. Αυτές γίνονται μετά τη μάχη είτε χάσεις είτε κερδίσεις. Και ο Καμπρόν ακόμη δεν γυρόφερνε το Βατερλό κραυγάζοντας «Σκατά» στους Αγγλους. Όταν έληξε το ματσάκι τα εκφώνησε!
Το ζήτημα δεν αφορά, βεβαίως, μόνο τους ανθρώπους της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ. Αφορά σχεδόν τους πάντες τα τελευταία, πέτρινα, χρόνια. Ο καθένας αισθάνεται την υποχρέωση ή την ανάγκη να πει την παρόλα του και όποιον πάρει ο Χάρος. Μόνο που ο Χάρος σπανίως παίρνει τους ίδιους ή έστω τους αντιπάλους του ή έστω τους δημοσιογράφους που στήνουν γλέντι με τις δηλώσεις των καλεσμένων τους. Συνήθως, αν όχι πάντοτε, παίρνει όλους εμάς!
Στην παρούσα στιγμή όμως αυτή η αυτοκαταστροφική συνήθεια έχει στοιχειώσει κυρίως τα κυβερνητικά στελέχη από τα οποία θα περίμενε κανείς να έχουν μάθει από τα παθήματα των προηγουμένων, ότι θα ήταν περισσότερο εξασκημένοι στον αυτοέλεγχο των λόγων, ότι δεν θα θυσίαζαν μπροστά σε μικρόφωνα, κάμερες και πληκτρολόγια την στρατηγική στο όνομα του show. Θα περίμενε κανείς να κατανοούν ότι κανένας δεν θα "παίξει" ολόκληρες τις δηλώσεις τους καθώς η τηλεοπτική πραγματικότητα στηρίζεται μόνο σε αποσπάσματα, τίτλους και τσιτάτα. Το να γυρίζεις μετά να συμμαζέψεις τα ασυμμάζευτα είναι αδύνατον. Ακόμη κι ένας πρωτοετής του τμήματος Επικοινωνίας θα τους το έλεγε αυτό.
Τι να υποθέσει κανείς πέραν του ότι δύο τινά μόνο μπορούν να συμβαίνουν: είτε υποτιμούν τον εαυτό τους και τα λόγια τους νομίζοντας πως πολλοί θα τα ακούσουν αλλά λίγοι θα τους δώσουν σημασία και βαρύτητα είτε υπερτιμούν τις δυνάμεις τους νομίζοντας ότι με μία σκληρή δήλωση σε τηλεοπτικό πρωινάδικο θα καμφθεί η αδιαλλαξία των δανειστών μας. Ο,τι από τα δύο και να νομίζουν, κάνουν λάθος. Οι μεν πρώτοι διότι εμπίπτουν στη ρήση του Επίχαρμου «Ου λέγειν τυγ’ εσσί δεινός, αλλά σιγάν αδύνατος» (μτφ. δεν είσαι καλός στην ομιλία αλλά ούτε μπορείς να σωπάσεις), οι δε δεύτεροι διότι προσπερνούν την οδηγία του Κάτωνα «Mην προσπαθείς να παραβγαίνεις στα λόγια με τους λογάδες. Ο λόγος είναι των πολλών, η φρόνηση των λίγων».
Όπως και να έχει, αυτή η διαρροϊκή δηλωσομανία σε συνδυασμό με την ανίκητη έλξη που ασκούν τα κανάλια «των μεγαλοεργολάβων» όπου έχουν πιάσει στασίδι παρά το ότι τα καταγγέλλουν νυχθημερόν, μόνο ζημιά κάνει. Στους ίδιους, στην κυβέρνηση, στην Αριστερά, στο τόπο, σε όλους μας. Θυμίζει δε ένα πολύ παλιό σκετς του Λάκη Λαζόπουλου, από το «Ένα Μικρό Καράβι» με δύο γριές που έπαιζαν «ξερή» και ρωτάει η μία την άλλη:
«Εχει ντάμα;»
«Εχω!» δηλώνει η άλλη!
«Ωραία! Ρίχτη!»
«Ορίστε! Ντάμα!» ρίχνει η χαζή.
«Ξερή!!!» αναφωνεί η ξύπνια.
Φαντάζομαι καταλαβαίνετε ποια είναι σήμερα που μιλάμε η γριά που μας κάνει την «ξερή»!

Σχόλια