Σαν τον αητό φτερούγαγε στη στράτα.
Τον καμαρώνει η γειτονιά στα παραθύρια
με χαμηλά, τα μαύρα του τα μάτια λεβέντης εροβόλαγε.
Στα μάτια του ένα σύννεφο μες στην καρδιά του σίδερο
Κυλάει το αίμα, σκέπασε τον ήλιο κι ο χάρος εροβόλαγε
Σφαλούν τα μάτια κι οι καρδιές σφαλούν τα παραθύρια
Μετά χιμάει ο χάροντας καβάλα κι εκείνος χαμογέλαγε
Ποιος κατεβαίνει σήμερα στον Άδη ποιόν κουβεντιάζει η γειτονιά κι ανανταριάζει
γιατί βουβά είναι τα βουνά κι οι κάμποι λεβέντης εροβόλαγε..
Τον καμαρώνει η γειτονιά στα παραθύρια
με χαμηλά, τα μαύρα του τα μάτια λεβέντης εροβόλαγε.
Στα μάτια του ένα σύννεφο μες στην καρδιά του σίδερο
Κυλάει το αίμα, σκέπασε τον ήλιο κι ο χάρος εροβόλαγε
Σφαλούν τα μάτια κι οι καρδιές σφαλούν τα παραθύρια
Μετά χιμάει ο χάροντας καβάλα κι εκείνος χαμογέλαγε
Ποιος κατεβαίνει σήμερα στον Άδη ποιόν κουβεντιάζει η γειτονιά κι ανανταριάζει
γιατί βουβά είναι τα βουνά κι οι κάμποι λεβέντης εροβόλαγε..
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου