του Μανώλη Κυπραίου
Ο Τύπος μάχεται και ήχοι από ασπίδες, σπαθιά, κορμιά, κραυγές ακούγονται. Νύχτα είναι θαρρώ. Αλλά πολεμούμε, μέχρι η ηχώ της νίκης στα πέρατα γυρίσει.
Ναι, εμείς είμαστε. Οι γυναίκες και οι άνδρες του Τύπου αυτοί οι «γνωστοί σας άγνωστοι». Αυτοί που ώρες ατελείωτες κάθονται μπροστά σε έναν υπολογιστή, ένα πιεστήριο, μια μονταζιέρα, ένα γραφείο, μέσα στη βροχή, το κρύο, τη ζέστη. Σε σχόλες και γιορτές. Ερχόμενοι αντιμέτωποι με την ώρα του σύμπαντος και το καταραμένο του Πλάστη φυτεμένο, στη σάρκα τους ρολόι.
Εμάς που «θεοί και δαίμονες» απέναντι μας έχουν βάλει. Σε ένα κόσμο που δεν είναι «αγγελικά πλασμένος». Στου Βελζεβούλ τα θειάφια καζάνια βράζουμε και οι κραυγές του πόνου μας σμίγουν με την κατάρα.
Ανάθεμα στους κράζοντες, άρχοντες των λαών και κράτορες του κόσμου, όπως μας έπλασαν στα μυαλά σας. Προνόμια δεν έχουμε. Να σταματήσουμε αυτά τα υπόκοσμα πλάσματα θέλουμε. Αυτά τα τρισκατάρατα, της κακιάς ώρας γέννας, της σάρκας του ανθρώπου και της ψυχής κατάρα. Αυτά τα μιάσματα που με αρώματα και μυρωδιές του Αδη είναι ζωσμένα. Αυτά που για την καταστροφή του Αδάμαντα τον σπόρο ζουν.
Και είμαστε εδώ. Γυρίστε. Δείτε μας!
Οι χιλιάδες εργαζόμενοι στον Τύπο. Δημοσιογράφοι, Φωτορεπόρτερ, Τεχνικοί, Διοικητικοί, Πιεστές, Εφημεριδοπώλες. Ονειροπόλοι, ιδεαλιστές, μιας ωραίας ιδέας που λεύτερη μαζί σας να ΄ναι θέλει.
Ματώνουμε όσο κι εσείς. Πονάμε όσο κι εσείς. Μα είμαστε οργισμένοι και αποφασισμένοι όσο κι εσείς. Εχουμε θύματα, τραυματίες. Στάζουν αίμα τα σώματα και οι ψυχές μας, για να σας ενημερώνουμε, με τα όποια λάθη και τις όποιες παραλήψεις μας. Μα οι περισσότεροι από εμάς, τίμια σας κοιτάμε. Κατάματα. Με μάτια καθαρά, «αφρό» όπως έλεγαν κι οι παλιοί, που ήξεραν.
Ισως η μάχη μας να είναι σιωπηλή στ΄ αυτιά σας, γιατί ο δρόμος μας μέσα από μονοπάτια σιωπηλά και ανήλιαγα μας πάει. Ετσι είναι η μοίρα μας πλεγμένη.
Μα εκεί κι εμείς στο Δερβενάκι είμαστε, σ΄ αυτό το πέρασμα, που οι στρατιές των Ούννων και των κάθε λογής Εφιαλτών ετοιμάζονται να κάνουν την τελική επίθεση.
Τραβήξτε ωρέ μακριά το γιαταγάνι από την κορμοστασιά του διπλανού σας. Του συμμαχητή σας, του συντρόφου, του φίλου, του αδελφού.
Ο εχθρός δεν είναι δίπλα! Απέναντι είναι!
Και τι αξία θα έχει αν πατήσουμε στο αίμα του αδελφού, την εύνοια των Βανδάλων να κερδίσουμε;
Χρυσό κι ασήμι από όλα τα έθνη κι αν μας τάξουν, άρνηση όμοια με λύκου κραυγή θα λάβουν. Γιατί αν στην πυρά της κόλασης λυγίσουμε για δυο σταγόνες νερό κατράμι, δυο φορές προδότες θα ‘μαστε αδέλφια μας…
Αγκαλιάστε μας και αν είναι αυτό το ζεϊμπέκικο της νίκης ή του «θανάτου», μαζί ας το χορέψουμε…
Μανώλης Κυπραίος
Ανθρωπος, πολίτης, δημοσιογράφος
Aπό επαγγελματική διαστροφή ξεχωρίζω με την πρώτη τα κείμενα που φλερτάρουν με τα αισθήματά μου...τα αντιμετωπίζω με ψυχραιμία, φυλάγομαι. Αλλά ο "αφρός" σου χτυπάει κρανίο!Απολύτως πολιτικό σχόλιο.Γιατί "πάσα επιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης και της άλλης αρετής, πανουργία ου σοφία φαίνεται".
ΑπάντησηΔιαγραφή