Ριχάρδος Σωμερίτης, 10/11/2011
Στις 8 του Νοέμβρη 2011 : αποφάσισα να τερματίσω την επαγγελματική αρθρογραφία. Έκλεισα στις αρχές του χρόνου οχτώ δεκαετίες ζωής, εξήντα τρία συναρπαστικά χρόνια δημοσιογραφίας στην Ελλάδα και το εξωτερικό και είκοσι χρόνια δουλειάς, ελεύθερης, στο Βήμα και το ευχαριστώ. Όλα αλλάζουν, μαζί και η πολική, αλλά όχι πάντα για το καλό. Θα το σημειώσω έτσι όπως το νιώθω: σε άλλο «Βήμα» είχα προσχωρήσει φεύγοντας τότε από την «Καθημερινή». Επιπλέον δεν μου είναι ευχάριστο να είμαι και συνταξιούχος και «μπλοκάκιας» όταν όλο και περισσότεροι συνάδελφοι, και μάλιστα ορισμένοι από αυτούς φίλτατοι, μένουν άνεργοι. Αποφάσισα έτσι την απόσυρσή μου. Ελπίζω να μην θεωρηθεί υπερβολικά αυτάρεσκη αυτή «η τελευταία παράσταση».
Είναι πολύ πιθανό, αν μου δοθεί χρόνος, να ασχοληθώ τώρα με τη γραφή διαφορετικά. Αλλά γνωρίζω ότι θα μου λείψει η συστηματική επαφή με όσους αναγνώστες με τιμούσαν με τη προσοχή τους, είτε συμφωνούσαν είτε διαφωνούσαν. Κυρίως όσους κατάλαβαν ότι τόσα χρόνια, τόσες μάχες, τόσες χαρές, τόσες λύπες πάντα η λεπτή κλωστή μερικών βασικών αρχών κοινωνικής και πολιτικής προόδου και μαζί όλων των ελευθεριών ήταν αυτή που μου έδειχνε το δρόμο.
Είναι κοινή και παγκόσμια η μοίρα των δημοσιογράφων να φεύγουν από το όποιο προσκήνιο μαζί με το τελευταίο τους τακτικό άρθρο σε μεγάλη εφημερίδα. Ελάχιστες οι εξαιρέσεις. Καθημερινή η δουλειά μας, καθημερινή και η όποια καλή ή κακή φήμη μας. Ίσως, στο μέλλον, ελπίζει ο καθένας μας, κάποιος ερευνητής να «ανακαλύψει» κάτι από τις αγωνίες μας σαν μαρτυρία μιας εποχής. Αλλά είναι σπάνιο κάτι τέτοιο να συμβεί.
Οι πανεπιστημιακοί προτιμούν συνήθως τις πιο λεπτές και σταθμισμένες αναλύσεις των συναδέλφων τους. Στις ίδιες εφημερίδες με μας. Αλλά συνήθως πολύ μετά από τα γεγονότα...
Μπορώ να το βεβαιώσω, για πολλούς δημοσιογράφους η δουλειά δεν είναι μόνο βιοποριστική απασχόληση είναι και πάθος. Πάθος ήταν (και θα παραμείνει αλλιώς) και για μένα. Από την εποχή του αντιμόνιου ως την εποχή του facebook. Με το χαρτί (την αγάπη μου), το μικρόφωνο, τις μικρές οθόνες. Με την αναζήτηση της είδησης, της μαρτυρίας, της εξήγησης. Με τη θέληση μιας στενής σχέσης με τον αναγνώστη, τον ακροατή, τον θεατή - είχα τη τύχη να δουλέψω και για τους τρεις. Ακόμα και όταν οι όποιοι φανατισμοί τους οδηγούν στην άρνηση του ποιος είσαι, του από πού έρχεσαι, ακόμα και του τι θέλεις να πεις !
Είναι σίγουρο ότι σαν δημοσιογράφος μαζί με τις όποιες «επιτυχίες» διέπραξα και λάθη σε γεγονότα και εκτιμήσεις και ότι όπως είναι λογικό σαν σχολιαστής προκάλεσα αντιδράσεις, θετικές και αρνητικές. Είναι σίγουρο επίσης ότι σήμερα το προσωπικό μου κέφι ενεργού αρθρογραφικής συμμετοχής στις νέες μεγάλες μάχες που προκαλεί η πολύπλευρη κρίση της χώρας και της Ευρώπης έχει περιοριστεί ίσως γιατί ο εξυπνακίστικος λαϊκισμός υποκαθιστά συχνά τον όποιο διάλογο. Είναι και αυτός ένας λόγος «αποχαιρετισμού στα όπλα»...
Στους όποιους αναγνώστες μου και φίλους του Βήματος λέω συνεπώς γειά σας και ευχαριστώ !
Είναι πολύ πιθανό, αν μου δοθεί χρόνος, να ασχοληθώ τώρα με τη γραφή διαφορετικά. Αλλά γνωρίζω ότι θα μου λείψει η συστηματική επαφή με όσους αναγνώστες με τιμούσαν με τη προσοχή τους, είτε συμφωνούσαν είτε διαφωνούσαν. Κυρίως όσους κατάλαβαν ότι τόσα χρόνια, τόσες μάχες, τόσες χαρές, τόσες λύπες πάντα η λεπτή κλωστή μερικών βασικών αρχών κοινωνικής και πολιτικής προόδου και μαζί όλων των ελευθεριών ήταν αυτή που μου έδειχνε το δρόμο.
Είναι κοινή και παγκόσμια η μοίρα των δημοσιογράφων να φεύγουν από το όποιο προσκήνιο μαζί με το τελευταίο τους τακτικό άρθρο σε μεγάλη εφημερίδα. Ελάχιστες οι εξαιρέσεις. Καθημερινή η δουλειά μας, καθημερινή και η όποια καλή ή κακή φήμη μας. Ίσως, στο μέλλον, ελπίζει ο καθένας μας, κάποιος ερευνητής να «ανακαλύψει» κάτι από τις αγωνίες μας σαν μαρτυρία μιας εποχής. Αλλά είναι σπάνιο κάτι τέτοιο να συμβεί.
Οι πανεπιστημιακοί προτιμούν συνήθως τις πιο λεπτές και σταθμισμένες αναλύσεις των συναδέλφων τους. Στις ίδιες εφημερίδες με μας. Αλλά συνήθως πολύ μετά από τα γεγονότα...
Μπορώ να το βεβαιώσω, για πολλούς δημοσιογράφους η δουλειά δεν είναι μόνο βιοποριστική απασχόληση είναι και πάθος. Πάθος ήταν (και θα παραμείνει αλλιώς) και για μένα. Από την εποχή του αντιμόνιου ως την εποχή του facebook. Με το χαρτί (την αγάπη μου), το μικρόφωνο, τις μικρές οθόνες. Με την αναζήτηση της είδησης, της μαρτυρίας, της εξήγησης. Με τη θέληση μιας στενής σχέσης με τον αναγνώστη, τον ακροατή, τον θεατή - είχα τη τύχη να δουλέψω και για τους τρεις. Ακόμα και όταν οι όποιοι φανατισμοί τους οδηγούν στην άρνηση του ποιος είσαι, του από πού έρχεσαι, ακόμα και του τι θέλεις να πεις !
Είναι σίγουρο ότι σαν δημοσιογράφος μαζί με τις όποιες «επιτυχίες» διέπραξα και λάθη σε γεγονότα και εκτιμήσεις και ότι όπως είναι λογικό σαν σχολιαστής προκάλεσα αντιδράσεις, θετικές και αρνητικές. Είναι σίγουρο επίσης ότι σήμερα το προσωπικό μου κέφι ενεργού αρθρογραφικής συμμετοχής στις νέες μεγάλες μάχες που προκαλεί η πολύπλευρη κρίση της χώρας και της Ευρώπης έχει περιοριστεί ίσως γιατί ο εξυπνακίστικος λαϊκισμός υποκαθιστά συχνά τον όποιο διάλογο. Είναι και αυτός ένας λόγος «αποχαιρετισμού στα όπλα»...
Στους όποιους αναγνώστες μου και φίλους του Βήματος λέω συνεπώς γειά σας και ευχαριστώ !
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου