Ο σιδεράς και οι ράφτες…


Και δες τώρα, πως δένει μια νέα ψηφίδα δίπλα στις άλλες. Και πως εκείνες οι παλιές ψηφίδες γίνονται επίκαιρες και ταυτόχρονα αποκαλύπτουν πλευρές που ούτε είχες κατά νου στην αρχή. Η εικόνα που άρχισες να σκιτσάρεις εμφανίζεται μπροστά σου. Αν όχι ολόκληρη, ένα μεγάλο κομμάτι της. (Όχι, ποτέ ολόκληρη… Η τελευταία ψηφίδα θα σημάνει το τέλος της σκέψης…)…

Προσθέτω αυτό το κείμενο που μόλις διάβασα…:

Ψυχολογίες ήττας

Η απώλεια γεννά συνήθως κατάθλιψη και επιθετικότητα

Της Φωτεινής Τσαλίκογλου ftsalic@panteion.gr

Η πολιτική σκηνή όσο και αν το επιθυμεί δεν μπορεί να αυτονομηθεί από την ψυχική. Απλά μαθήματα ψυχολογίας ερμηνεύουν όψεις του πολιτικού σκηνικού, όπως π.χ. την αδυναμία μας να αναγνωρίσουμε μια ήττα, το ναρκισσιστικό τραύμα που νιώθουμε όταν χάνουμε, τα φαντάσματα που αναβιώνουν μέσα μας όταν αλλιώς τα περιμέναμε και αλλιώς μας ήλθαν.
Η ήττα διακινεί έτσι κι αλλιώς ένα τραύμα, μια απώλεια. Η απώλεια γεννά συνήθως δύο διαμετρικά αντίθετες σε πρώτη όψη συμπεριφορές: την κατάθλιψη και την επιθετικότητα. Με την κατάθλιψη πλήττεται ο εαυτός σου. Με την επιθετικότητα ο άλλος. Υπό μίαν έννοια, πιο υγιής αντίδραση είναι η βία. Ο επιτιθέμενος εκδραματίζει τη συσσωρευμένη μέσα του ένταση, εκτονώνεται και έτσι τα βρίσκει με τον εαυτό του όσο και αν εκεχειρία αυτή είναι πρόσκαιρη. Η επιλογή της θλίψης είναι πάντα πιο επιζήμια. Η αυτομομφή φθείρει τον ψυχισμό. Είναι μια επιλογή ήττας για τη διαχείριση της ήττας. Οι αναγκαίες διεργασίες πένθους απαιτούν να μεταβολίσει αυτός που πενθεί τη θλίψη του, να αναγνωρίσει τι έχασε και τι συμβολίζει το αντικείμενο που έχασε και, δίχως να ενδώσει σε μια βολική άρνηση της πραγματικότητας, να προχωρήσει, αποδίδοντας στον εαυτό του και στους άλλους μερτικά ευθύνης. Στην αυτοκριτική, όμως, ελλοχεύει ένα απειλητικό φάντασμα: το φάντασμα της ανεπάρκειας. Ποιος επιθυμεί να συγκατοικήσει με ένα τέτοιο φάντασμα; Ουδείς.
Συχνά ακούω με έναν καλοπροαίρετο, ήπιο και πολιτικά ορθό τρόπο να δηλώνεται π.χ. από την τηλεόραση: «όλοι έχουμε τις ευθύνες μας». Αυτό το «όλοι έχουμε τις ευθύνες μας» μού ακούγεται «άρα, κανένας δεν έχει ευθύνη και πρώτα και καλύτερα εγώ που έχω και τη γενναιότητα να το δηλώνω»!
Μια αυτοακυρωτική φαγάνα αυτό το «όλοι μας», ένα αφηρημένο γενικόλογο σχήμα που επιτρέπει την ποθητή απενοχοποίηση. Προφανώς όλα αυτά είναι και συμπαθητικά και έλλογα και εύλογα. Ποιος μπορεί να μας ψέξει όταν περιφρουρούμε τον εαυτό μας; Αρκεί να το γνωρίζουμε. Την εικόνα του εαυτού μας προστατεύουμε και όχι κάποιο βαρυσήμαντο πολιτικό επιχείρημα. Πολύ περισσότερο από το να χάσουμε ένα κόμμα ή μια αρχηγία, εκείνο που χρειάζεται ως κόρην οφθαλμού να διαφυλαχθεί είναι η εικόνα του εαυτού. Έτσι κι αλλιώς, όλοι μας με αυτήν πορευόμαστε, άλλην από αυτήν δεν έχουμε.
Η ατομική όπως και η συλλογική συνείδηση υπακούουν σε άρρητες ψυχικές διεργασίες, επινοούν τρόπους συγκάλυψης, μεταμφίεσης, άρνησης του πραγματικού, τρόπους μετατόπισης του κέντρου βάρους. Η ήττα εκλαμβάνεται ως πανούκλα. Επιθυμούμε με κάθε τρόπο να πετάξουμε το κακό από πάνω μας. Η Ιστορία μάς διδάσκει έναν εύκολο τρόπο: την προβολή του κακού «έξω από μας». Όταν ο τρόμος της σύφιλης κατέκλυζε την Ευρώπη του 16ου αιώνα, οι Μοσχοβίτες μιλούσαν για το «πολωνέζικο κακό», οι Πολωνοί για το «γερμανικό κακό» και οι Γερμανοί για το «γαλλικό κακό». Έτσι, το κακό εστιάζεται. Δεν κυκλοφορεί μέσα στο σώμα, στην ψυχή, στο σπίτι μας. Δεν είναι εδώ μέσα. Εκεί έξω είναι.
Ως λαός έχουμε την κουλτούρα να είμαστε ιδιαίτερα επιρρεπείς σε μια τέτοια χρήση. Η «κακιά η ώρα», το «χτύπα ξύλο» και κυρίως η δική μας έκφραση το «έξω από δω», για να δηλώσουμε τον διάβολο, δεν είναι ενδεικτικές εκφάνσεις της αδυναμίας μας να αποδεχτούμε το μερτικό της ευθύνης μας;
Η συνωμοσιολογία εδώ βρίσκει χώρο και λόγο άνθησης. Σκοτεινά κέντρα επιβουλεύονται την ύπαρξή μας. Υποχθόνιες δυνάμεις χειραγωγούν τον «αγνό» πολίτη. Όμως ούτε οι πολίτες είναι τόσο αγνοί και άβουλοι ούτε τόσο σκοτεινές οι «σκοτεινές δυνάμεις»! Η δύναμή τους έγκειται κατ΄ αρχήν στο να μη φαίνεται η δύναμή τους. Αν φανεί, έχουν χάσει ένα μερίδιο αυτής της δύναμης. Είναι όπως η distinction στον Βourdieu - για να υπάρχει, δεν πρέπει να προβάλλεται. Έτσι όπως είναι μύθος ο βρεφικός τηλεθεατής που ανοίγει το στόμα του για να καταπιεί την κακιά τροφή της κακιάς τηλεόρασης, άλλο τόσο μύθος είναι και ο αγνός πολίτης που θα χάψει την έτοιμη τροφή των κέντρων συνωμοσίας. Και βούληση, και επιθυμίες, και μυαλό, και φαντασιώσεις, και κριτική διαθέτει ο πολίτης. Όσο απεχθάνεται τα κέντρα συνωμοσίας, άλλο τόσο απεχθάνεται να τον ακυρώνουν θεωρώντας τον παίγνιο στα χέρια τους. Λάθος, λοιπόν, τακτική να εκλαμβάνεται έτσι το ευρύ κοινό. Άσε που δεν υπάρχει ευρύ κοινό. Η ίδια η έννοια της μάζας είναι μια αμφισβητούμενη επιστημονικά έννοια. O Φρόυντ στην «Εισαγωγή στην Ψυχανάλυση» αναφέρει την εξής ιστορία: «Σ΄ ένα χωριό υπήρχε ένας σιδεράς ο οποίος κηρύχθηκε ένοχος για ένα βαρύτατο έγκλημα. Το δικαστήριο αποφάνθηκε πως το έγκλημα αυτό έπρεπε να τιμωρηθεί. Επειδή όμως ο σιδεράς ήταν ο μοναδικός στο χωριό και, επομένως ήταν απαραίτητη η παρουσία του, και επειδή υπήρχαν τρεις ράφτες σε αυτό, πήραν και κρέμασαν στη θέση του σιδερά έναν από τους ράφτες». Το ποιον θα επιλέξουμε ως ένοχο για ένα αδίκημα, όπως μας υποδεικνύει ο ιδρυτής της ψυχανάλυσης, είναι μια υπόθεση που υπόκειται σε ανορθολογικές όσο και επινοητικές και ευφάνταστες επιλογές. Καλύτερα να είμαστε διαυγείς και όχι αναγκαστικά και απαραίτητα ευτυχείς. Καλύτερα κατηφείς και όχι αναγκαστικά και απαραίτητα αδαείς. Ανάμεσα στην κατάθλιψη και την επίθεση μένει να συλλογιστεί κανείς τους άλλους τρόπους διαχείρισης του πένθους και της υπέρβασής του.

ΥΓ: Σε κάθε περίπτωση ο μεγαλύτερος εχθρός του εαυτού μας είναι και παραμένει ο εαυτός μας.

*H Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου