Είναι Δευτέρα...

Το ασανσέρ σε ανεβάζει στον έβδομο όροφο. Βγαίνεις. «Καλημέρα». «Καλή εβδομάδα». Αφήνεις την τσάντα σε μια καρέκλα, αραδιάζεις κινητά, κλειδιά, τσιγάρα πάνω στο γραφείο. Ανοίγεις τον υπολογιστή, σηκώνεις το ακουστικό -«ένα μέτριο ελληνικό κι ένα μπουκαλάκι νερό, παγωμένο». Username, password, τα mail αρχίζουν να «κατεβαίνουν», γεμίζουν την οθόνη, οι εφημερίδες του Σαββατοκύριακου περιμένουν να τις ξεφυλλίσεις, ρίχνεις μια ματιά στα «post-it» με τις σημειώσεις και τα τηλέφωνα που πρέπει να πάρεις. Τα γραφεία σιγά σιγά γεμίζουν… Ολα εκτός από ένα…
Καλά καλά δεν έχεις καθίσει και αρχίζουν να χτυπούν τα τηλέφωνα: «Να μην ξεχάσεις εκείνο το θέμα που συζητήσαμε», «Να μην ξεχάσεις να πάρεις εκείνο το χαρτί», «Να μην ξεχάσεις να πας στην τράπεζα», «Να μην ξεχάσεις να πληρώσεις τον λογαριασμό», «Να μην ξεχάσεις το συνεργείο…», «Να μην ξεχάσεις…». Με τόσα που πρέπει να θυμηθείς ξεχνάς τη ζωή σου. Ξεχνάς τη βόλτα που έκανες με τα παιδιά σου στην παραλία, ξεχνάς το ποτήρι με την παγωμένη μπίρα, την ευχή που έκανες βλέποντας ένα πεφταστέρι, το όνειρο που είδες χθες το βράδυ. Ξεχνάς το άδειο γραφείο…
Ο ήχος από ένα απότομο φρενάρισμα σε κάνει να σηκωθείς, να πας στο παράθυρο. Κοιτάζεις έξω. «Είναι καλοκαίρι ακόμη», σκέφτεσαι αφηρημένα. Κι όμως, τις ίδιες πολυκατοικίες απέναντι έβλεπες το χειμώνα που πέρασε, τις ίδιες θα βλέπεις και το χειμώνα που έρχεται. Τους ίδιους ανθρώπους, τους ίδιους ήχους θα ακούς. Οπως πέρσι και πρόπερσι και την προηγούμενη χρονιά και την προ-προηγούμενη. Τις ίδιες σκέψεις θα κάνεις. Για τα παιδιά που μεγαλώνουν τόσο γρήγορα, τις σχέσεις που σβήνουν, τους φίλους που απομακρύνονται, τα ταξίδια που ποτέ δεν έκανες, τα σχέδια που αλλιώς τα έφεραν τελικά η μοίρα κι ο καιρός.
Κι όμως! Για μια στιγμή χάνονται οι πολυκατοικίες κι εκεί, στο βάθος, πέρα από τις ταράτσες και τις σκεπές, διακρίνεις ένα λευκό σπιτάκι με μπλε παραθυρόφυλλα, μια βάρκα ακουμπισμένη στην άμμο, τα παιδιά σου να τρέχουν ξυπόλητα, τους φίλους -όλους σου τους φίλους- να μαζεύονται στη βεράντα, την αγαπημένη σου να ανοίγει ένα μπουκάλι κρασί και να χαμογελά ευτυχισμένη. Μονάχα εσύ λείπεις! Μόνο εσύ δεν είσαι εκεί! Κι ακόμη είναι καλοκαίρι!
«Οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους», επαναλαμβάνουν οι οθόνες, «Τι θα κάνουμε στο επόμενο τεύχος;», ακούγεται μια φωνή στο βάθος, «Τα κοσμικά είναι έτοιμα;» ρωτούν από το ατελιέ κι εσύ σηκώνεσαι αργά, αλλά σταθερά, βγαίνεις από το γραφείο, μπαίνεις στο ασανσέρ, κατεβαίνεις, περνάς απέναντι… Χωρίς να πεις «αντίο» σε κανέναν. Ούτε τον καφέ σου δεν ήπιες!
Οι άλλοι θα απορήσουν για λίγο, για πολύ λίγο -μέχρι ν' αρχίσουν να χτυπούν και πάλι τα τηλέφωνα με εκείνα τα «Να μην ξεχάσεις»- και ύστερα θα ξεχαστούν…

«Ποια είναι η ωραιότερη στιγμή της ζωής σου;», σε είχαν ρωτήσει κάποτε. «Την ώρα που το πλοίο σηκώνει τις άγκυρες», είχες πει, «και ο ορίζοντας πιάνει να μεγαλώνει». Είναι Κυριακή! Κι είναι καλοκαίρι! Ακόμη!

http://www.kohili-studios.gr/PHOTO-PAINT.jpg

Σχόλια

  1. Σε ένα σακούλι βάλτε ψωμοτύρι, ελιές και δυο ντομάτες και πάτε στο βουνό με την αγαπημένη σας. Καλή διασκέδαση!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τι αληθινό κείμενο! Ας μη πώ τίποτε άλλο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Οι δικές μας στιγμές αποτελούν τη ζωή μας, αυτές που δεν ξεθωριαζουν αλλα παραμένουν ζωντανές...
    Δημιουργική και ευχάριστη βδομάδα, γεμάτη χαμόγελα αισιοδοξίας !!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου