Αυτός ο Μίκης είναι δικός τους ή δικός μας;

Σχόλια

  1. Βρίσκω την συγκεκριμένη κριτική από τις πλέον εφηβικές σελίδες που έχω διαβάσει. Ατελείωτη κλάψα παιδιού που ψελλίζει τα επιχειρήματά του – τετριμμένα κατά την άποψή μου- ανακατεύοντας «οργή», «αγάπη και αποστροφή» επειδή ο Διδάσκαλος δεν στάθηκε στο βάθρο όπου τον είχε στήσει – κάπως ανάλογα φαντάζομαι θα αισθάνονταν και οι μαθητές του Ιησού για τα «καμώματά» του όταν υποστήριξε την πόρνη λέγοντας το «ο αναμάρτητος τον λίθο βαλέτω»...

    Αμηχανία επίσης διακρίνω μπροστά σε προσδοκίες που πτώχευσαν επειδή αμαυρώθηκε το μαργαριτάρι του και δεν μπορεί να γίνει «η μουσική ερωτική εξομολόγηση» που επιθυμούσε να του απευθύνει ως «φιλότεχνος». Και τι να πω για την εντελώς διανοουμενίστικης υφής σύγκριση με το δεύτερο μαργαριτάρι – τον Χατζιδάκι- που θυμίζει τα «ψώνια» των φιλολογικών κύκλων που αρέσκονται να κολλούν ταμπέλες στους καλλιτέχνες, τούτος είναι λυρικός, ο άλλος επικός ή χειρότερα τους διαξιφισμούς τους στα χυδαία τηλεοπτικά «ντέρμπι».

    Διαβάζω την λέξη «ύβρις» χαμογελώντας θέλοντας να παρακάμψω τον διαχωρισμό σε «μανιώδεις θεοδωρακικού»ς και «μανιώδεις χατζιδακικούς» αλλά με εμποδίζουν οι μεταξύ τους «τσακωμοί», κάτι μεταξύ «βαζέλων» και «γαύρων» μου έρχεται συνειρμικά στον νου. Εδώ πράγματι διακρίνω ύβρη από την μεριά του γράφοντος όμως μόνο. Διότι από πότε είναι αντικείμενο «μανίας» το έργο ενός μεγάλου δημιουργού ώστε να μιλάμε για οπαδούς; Και από πότε το έργο του αποτελεί «και την δική μας ιστορία»; Μαζί το κάναμε; Δηλαδή μαζί περάσαμε από όλα εκείνα τα στάδια που πέρασε ο δημιουργός του, συγκεκριμένα τις ψυχικές κακουχίες, τους διωγμούς, τους κατατρεγμούς και τις εσωτερικές διεργασίες που το γέννησαν ώστε να αποτελούν «περιουσία μας» ή εκ του αποτελέσματος το θεωρήσαμε δικό μας όταν μαγεύτηκαν τα αυτιά μας από την μουσική που όλα τα παραπάνω συνέθεσαν; Και από πού κι ως πού εμπίπτει η απόφαση δια την διάθεση του έργου του στην αρμοδιότητά μας ώστε να κρίνουμε αν θα ακουστεί στο τάδε μπαλκόνι του τάδε πολιτικού που υποστηρίζουμε ή στο διπλανό μπαλκόνι που δεν υποστηρίζουμε; Και αν μεθαύριο οι ίδιοι που καίνε το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη το κάνουν υπό τους ήχους της «Ρωμιοσύνης» θα είναι ύβρις ή δεν θα είναι; Ποιανής παράταξης θα κτυπά τότε «κατάστηθα η ύβρις» και ποιανού «ιστορία θα μαγαρίζεται»;

    Παραφράζοντας επομένως τον Κούντερα, θα πω κι εγώ με την σειρά μου ότι πολύ «ομιχλώδη» και «ψιλικατζίδικα» κρίνω τέτοιου είδους επιχειρήματα προκειμένου να τοποθετηθεί κάποιος απέναντι σε έναν καλλιτέχνη του βεληνεκούς του Μίκη. Ιδίως αυτό που αφορά στην υπουργία του στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Διότι δεν υπηρέτησε ο Μίκης υπουργός στην κυβέρνηση Μητσοτάκη αλλά ο Μητσοτάκης υπηρέτησε υπουργός στην «κυβέρνηση» του Μίκη επειδή ακριβώς το έργο του τελευταίου σίγουρα θα μείνει στην Ιστορία με Μητσοτάκη ή και χωρίς Μητσοτάκη ενώ το έργο του Μητσοτάκη θα μείνει μάλλον και επειδή ο Μίκης τον επέλεξε να τον συμπεριλάβει στα έργα και τις ημέρες του.

    Τα οποία έργα και ημέρες του Μίκη εκτός του μουσικού έργου του, περιλαμβάνουν όπως και κάθε αυθεντικού καλλιτέχνη και την κίνηση των ιδεών, την μετοίκηση. Διότι δεν είναι οπαδός τινός κόμματος, ιδέας ή ανθρώπου ο Καλλιτέχνης αλλά είναι μέτοικος στις καταστάσεις. Βαπτίζεται σε αυτές χωρίς να τις ασπάζεται δογματικά. Δεν «στρατεύεται», «συστρατεύεται», αν μου επιτρέπεται ο όρος, συμμετέχει και υποφέρει και διαφοροποιείται εκ νέου ώστε ακριβώς από αυτή την κίνηση να παράγεται το έργο του. Κοντολογίς, εκεί που οι άλλοι βλέπουν «ρωμιούς», εκείνος βλέπει την «ρωμιοσύνη».

    Ορθώς επομένως ο Καλλιτέχνης «συστρατεύτηκε» με εκ διαμέτρου αντίθετη παράταξη από εκείνη που του επέβαλλε αρχικά η ρωμιοσύνη του και ακόμα πιο ορθώς ο Πολιτικός – ως «πολιτικός» που είναι- το αποδέχτηκε. Εξ άλλου, μου φαίνεται αδιανόητο να ψέγει κάποιος τον Καλλιτέχνη για πολιτική/ιδεολογική αστάθεια, έλλειψη σεβασμού της ιστορίας του ή να εξετάζει αν πρέπει τελικώς να του αποδώσουμε ή όχι το «ακαταλόγιστο» ενώ αφήνει ασχολίαστη τη στάση του Πολιτικού που τον δέχτηκε στις γραμμές του, εκτός αν ο Πολιτικός δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται από σταθερότητα στις θέσεις του ενώ ο Καλλιτέχνης που δεν είναι και εξ επαγγέλματος πολιτικός, το οφείλει εξ ορισμού.

    Συνδυασμός κίνησης προς τις καταστάσεις και τα γεγονότα που τις διέπουν και – εκ νέου- εσωστρεφούς απομόνωσης κατά την οποία επιτελούνται οι διεργασίες από τις οποίες ξεπηδά το έργο του είναι, κατά την άποψή μου, ο Καλλιτέχνης. Αυτό πρέπει να περιμένουμε από αυτόν και αυτό οφείλει να κάνει και ο ίδιος για να μην προδώσει την ιδιοσυγκρασία του. Οπωσδήποτε δεν είναι η στάση, το τέλμα, η μανία, η ακινησία, ο θάνατος ...

    Εν κατακλείδι, δεν αποζητούμε ως να ήμαστε έφηβοι, Πατεράδες αλλά ως ενήλικες θέλουμε Καλλιτέχνες σε κίνηση αφού εμείς παραμένουμε στάσιμοι να ψιθυρίζουμε
    μόνο τα τραγούδια τους.

    Κι έτσι μπορώ να πω ειλικρινά ότι τούτος ο μίκης δεν είναι ούτε δικός μας ούτε δικός τους ούτε καν του Μίκη αλλά της τέχνης του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Περίεργη κριτική -με την οποία οφείλω να διαφωνήσω- επειδή δεν υπάρχει καλλιτέχνης που να μην είναι στρατευμένος. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην εκφράζει πολιτικές αντιλήψεις μέσα από τα έργα του. Έτσι, λοιπόν, ο καλλιτέχνης κρίνεται και για τις πολιτικες του θέσεις. Το καλλιτεχνικό του έργο δεν ξέρω από ποιον μπορεί να κριθεί. Η πολιτική όμως που εκφράζει μπορεί πολύ εύκολα να κριθεί. Και οφείλουμε να την κρίνουμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου