Σαν σήμερα, σαν αύριο...

Επάνω σε αυτό το πεζούλι, στις σκάλες, πέρασα πολλά Σαββατιάτικα απογεύματα των παιδικών μου χρόνων. Περίμενα εκεί έξω παίζοντας με ένα αυτοκινητάκι «ματσμποξ». Το ξέσερνα πάνω στα σκαλιά. Ωρες ατελείωτες. Μέσα στη σιωπή. Χάζευα τα τζιπ και τα φορτηγά που ήταν παρκαρισμένα έξω. Τους φρουρούς με τα μπλε καπέλα. Εκεί έμαθα να θυμώνω. Να θυμώνω πολύ. Με τους ανθρώπους. Εκεί πήρα, χωρίς να το καταλαβαίνω, τις μεγάλες μου αποφάσεις. Όλα όσα σήμερα πιστεύω και κάνω και σκέφτομαι και είμαι και δεν είμαι, όλα εκεί αποφασίσθηκαν. Μυστικά. Με την ανελέητη αποφασιστικότητα ενός παιδικού μυαλού που ποτέ δεν θα ξεχάσει όσα γινόντουσαν πίσω από αυτά τα ντουβάρια. Και ποτέ δεν θα συχωρήσει τον ύπουλο φόβο. Εκείνους που έκαναν τις παλάμες του πατέρα μου να ιδρώνουν. Κι εμένα να σκυλιάζω…

Ούτε το την πορτοκαλάδα που με κέρασε ο Θεοφιλογιαννάκος θα συχωρήσω. Ηταν ζεστή. Σαν κατρουλιό. Κι εκείνος σιχαμένος…

Κι όσοι πήγαν σήμερα να αφήσουν στεφάνια και γαρύφαλλα –οι περισσότεροι- ιδέα δεν έχουν για εμάς, τα παιδιά, που περάσαμε ώρες εκεί έξω… Ιδέα!!! Και πόσο μουδιασμένα είμαστε ακόμη…





«Εζησα τη μοίρα του θύματος. Ετσι είδα από κοντά το μούτρο του βασανιστή. Ητανε σε χειρότερη κατάσταση από το ματωμένο, πελιδνό δικό μου πρόσωπο. Εκείνου είχε μια σύσπαση καθόλου ανθρώπινη. Η υπερδιέγερσή του τού έδινε -χωρίς υπερβολή- μια έκφραση σαν εκείνες που έχουνε οι κινέζικες μάσκες. Δεν είναι εύκολο πράγμα να βασανίζης. Χρειάζεται εσωτερική συμμετοχή. Ο τυχερός ήμουνα λοιπόν εγώ. Εγώ δεν ταπείνωνα κανένα. Μονάχα που έφερνα τον άνθρωπο πολύ δυστυχισμένο στα πονεμένα μου σπλάχνα. Αυτοί όμως για να σε ταπεινώσουνε χρειάζεται να ταπεινώσουν τον άνθρωπο. Κι ας περιφέρωνται φουσκωμένοι μέσα στη στολή τους, εξουσιάζοντας τον πόνο, την αϋπνία, την πείνα, την απελπισία του συνανθρώπου τους. Μεθυσμένοι απ' αυτή τους την εξουσία. Αυτό το μεθύσι είναι η ταπείνωση του ανθρώπου. Η έσχατη ταπείνωση. Για να κάνουν όσα έπραξαν σε βάρος μου χρειάστηκε να εκμηδενίσουνε πρώτα τον άνθρωπο μέσα τους. Το δικό μου μαρτύριο πληρώθηκε πολύ ακριβά απ' αυτούς. Δεν ήμουνα εγώ στη χειρότερη θέση. Ημουν μονάχα ένας πολύ πονεμένος άνθρωπος που βογγούσε. Προτιμώ αυτό. Τώρα εγώ απλώς δε βλέπω τα παιδιά να πηγαίνουνε σχολείο ή να παίζουνε στα πάρκα. Αυτοί όμως πώς αντικρίζουνε τα παιδιά τους; Η δική τους ταπείνωση είναι αυτό ακριβώς που δε μπορώ να συγχωρέσω στον δικτάτορα».

Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης
«Γράμμα από τη φυλακή για τους Ευρωπαίους», που επανεκδόθηκε (από τον «Ικαρο»)

Σχόλια

  1. Σκληρά λόγια γεμάτα πόνο, όπως ο αγώνας της δημοκρατίας. Χαίρομαι που αγωνίζεται να ξεφύγεις από τα στερεότητα ενός συναφιού που παραπαίει ανάμεσα στην τηλεοπτική χούντα και εκείνη των κρατικών επιδοτήσεων και της δημόσιας εξάρτησης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου