Και με το που φτάνω …γυρίζω πίσω στα παιδικά μου χρόνια, ήμουν δεν ήμουν τεσσάρων χρόνων, στη Θεσσαλονίκη. Σαν να πέρασα ξανά από την πύλη του χρόνου. Αυτή τη φορά χωρίς προαστιακούς, μετρό και αεροπλάνα. Τα πρώτα ούτως ή άλλως δεν υπήρχαν τότε και τα αεροπλάνα ήταν ντακότες με έλικες. Εγώ παίζω σε όλο το σπίτι –τότε μέναμε στην Αμαλίας- εκτός από το σαλόνι. Εκεί διάβαζε, έτρωγε και κοιμόταν ο θείος μου. Οι τζαμόπορτες ήταν μονίμως κλειστές. Είχε μόλις τελειώσει το γυμνάσιο και τον είχε φέρει ο αδελφός του και πατέρας μου για να δώσει εξετάσεις στην Στρατιωτική Ιατρική. Αυτό κράτησε από τον Μάϊο μέχρι και τον Σεπτέμβριο (τότε ‘δίναν εξετάσεις για να μπουν στο Πανεπιστήμιο) του 1966. Πέτυχε. Εμείς τον επόμενο χρόνο κατεβήκαμε στην Αθήνα, εκείνος έμεινε να σπουδάζει. Και σήμερα, περίπου 40 χρόνια μετά ήλθε η πιο μεγάλη του στιγμή. Για εκείνον κατέβηκα στην Αθήνα. Να βρεθώ δίπλα του την πιο μεγάλη ώρα της τιμής και της αναγνώρισης. Με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι και αλλεπάλληλα μπρος πίσω στο χρόνο. Φεύγοντας πέρασα από το Πάρκο Ελευθερίας, μπήκα και πάλι στο μετρό και γύρισα στη Θεσσαλονίκη. Σαράντα χρόνια είχαν συμπυκνωθεί σε ένα 8ωρο. Μαγικό!
Ούτε τσάντες ούτε βαλίτσες, τίποτα. Με μια εφημερίδα μόνο στο χέρι. Και μετά στην «χλίδα» του Προαστιακού. Με περιμένουν με τη μηχανή στο σταθμό. Με άψογο «στυλ-Ψωμιάδη» την καβαλάω και ξεχυνόμαστε στην αγουροξυπνημένη πρωτεύουσα. Εχω φάει τόσες αναταράξεις στο αεροπλάνο με τα 10 και βάλε μποφόρια που κοντεύω να κοιμηθώ στην πλάτη του κουμπάρου μου. Φτάνουμε σπίτι του και ετοιμάζει ένα «αλ αθίνιαν μπρέκφαστ». Λέμε όλα όσα δεν έχουμε πει τα τελευταία τρία χρόνια. Κι ύστερα ξανά στον προαστιακό και το μετρό. Κέντρο. «Επόμενη στάση Μέγαρο Μουσικής». Όχι δεν πάω πρωινιάτικα στο Μέγαρο αλλά κάπου εκεί γύρω (και πάντως ΟΥΤΕ στην Αμερικάνικη Πρεσβεία!!!). Ασχετο: χθες βράδυ προσπαθώντας να κοιμηθώ νωρίς για να ξυπνήσω νωρίς πιάνω το βιβλίο της «Ψιλικατζούς». Τι το ήθελα. Φτάνω μέχρι τη σελίδα 85 και είναι μεσάνυχτα. Αντίο ύπνε! Βρήκα κι εγώ βιβλίο να με κοιμίσει! Κλείνει το άσχετο. Από την Βασιλίσσης Σοφίας μέχρι το Ναυτικό νοσοκομείο ο καιρός έχει αλλάξει δεκαεφτά φορές. Βάζω παλτό, βγάζω παλτό, βγάζω σακάκι, ξαναβάζω σακάκι, γίνομαι παπί, βάζω παλτό, βγάζω αχνούς, βγάζω σακάκι, κρατάω παλτό. Ευτυχώς κάποια στιγμή φτάνω…
Σχόλια
Συγκινητικό. Έχω κάνει κι εγώ τέτοιο ταξίδι, για μιά ήρεμη συζήτηση μόνο.
ΑπάντησηΔιαγραφή