Οι τυροφάγοι
ΑΠΟ τις εσχατιές της αρχαιότητας έως τον Νικόδημο αγιορείτη, φαίνεται ότι οι διανοούμενοι έδειχναν την έκπληξη τους βλέποντας το γάλα να πήζει και να γίνεται τυρί. Κανένας ψόγος. Το γάλα είναι γάλα, δηλαδή παράγωγο ενός ζωντανού οργανισμού, ενώ το τυρί κατασκευάζεται από κάποιον μηχανοποιό, από κάποιον επιτήδειο, επομένως εξ αντικειμένου ύποπτο τύπο. Τα ίδια έχουν τραβήξει όλοι οι μεταποιητές και οι καλοί τεχνίτες, όπως οι μυλωνάδες, οι ρολογάδες, οι φλεβοτόμοι και οι γερακάρηδες. Επειδή η αξιοσύνη τους μπορεί να είναι μεγάλη, αλλά οι διανοούμενοι, κυρίως οι ένθεοι, δεν είναι σίγουροι ότι δεν τους παρακινεί ο δαίμονας.
ΑΠΟ αυτήν τη δυσπιστία γεννήθηκε ο όρος «τυρεία» και το ρήμα «τυ-ρεύω», που είναι συνώνυμο που «τυρβάζω» και του «κυκάω», που σημαίνει «παράγω μπέρδεμα, σύγχυση, αναταραχή». Σήμερα θα το λέγαμε lobbying αλλά ανενδοιάστως και συνωμοσία. Η τυρεία καταδικάζεται ήδη από την τέταρτη οικουμενική σύνοδο, αλλά φαίνεται ότι η ποιότητα του τυριού έπαιζε το ρόλο της. Κυρίως στρέφονταν εναντίον μοναχών ή μεμονωμένων ιεραρχών που αγωνίζονταν να διεισδύσουν σε όχι «δικό τους» χώρο ή απλώς αμύνονταν. Τυριά που προλάβαιναν να ωριμάσουν, σπανίως τα θεωρούσαν ότι προκαλούσαν τυρείες. Κλασικό παράδειγμα η «αποστασία» τριών ιεραρχών μεσοπολεμικώς, που μεταπήδησαν στους παλαιοημερολογίτες. Για τους περίεργους, ένας από τους τρεις ήταν από το Βόλο. Κάποτε πρέπει να ερμηνευτεί τούτη η ιδιότυπη τυρεία που φαίνεται να προέρχεται, σε διάφορα ζητήματα, από τον μυχό του
Παγασητικού, ενώ ουδέποτε προκλήθηκε κάτι ανάλογο από την επίσης πολυπληθή Κόζιανη. Της οποίας τα τυριά (και τα τσίπουρα) είναι τουλάχιστον καλύτερα. Εντάξει, στα τσιπουράδικα δεν παίζεται ο Βόλος. ΠΕΡΙΤΤΟ να σας θυμίσω πως όλα αυτά που παρακολουθούμε ως έριδες μεταξύ ιεραρχών, μοναστηριών και συνόδων, είναι προϊόντα ενός απέραντου, ενεργού και αποδοτικού τυροκομείου. Δηλαδή σε όλα τα λεξικά, είναι καιρός να αντικατασταθεί η περιγραφή του όρου «τυρεία» με ωραίες, κακοφωτισμένες φωτογραφίες ρασοφόρων. ΜΠΡΟΣΤΑ τους, οι τυρείες της πολιτικής, οι ανακατωσούρηδες του πολιτισμού και τα μαγειρέματα μιας τυπικής ελληνικής γειτονιάς, είναι για καλόκαρδες φάπες. Κάποτε άκουσα στους Κοπατσιάρηδες μια γουστόζικη ιστορία για τους Βλάχους. Τους ήρθε ένας δέσποτας στα βουνά και αντιλήφθηκε ότι δεν είχαν εκκλησία να λειτουργηθούν (οι άνθρωποι έχτιζαν σχολεία). Τους μάλωσε, κι αυτοί, για να μην τον κακοκαρδίσουν, δούλεψαν ολονυχτίς και ύψωσαν ένα ναό από κασέρια. Μήτε κι αυτό δούλεψε, επειδή τα άγρια και τα ήμερα
του βουνού και του λόγγου ευωχήθηκαν τρώγοντας το κτίσμα. ΣΗΜΕΡΑ, ξέρουμε τουλάχιστον ότι το τυρί πήζει από κάποια ένζυμα. Και καθώς έρχεται η Κυριακή της Τυροφάγου, μπορούμε να ανακράξουμε ότι ξέρουμε στο βάθος τι συμβαίνει. Τραγουδώντας, μαζί με τους κανταδόρους του 11ου αιώνα: «το Σάββατον της Τυρινής, καλώς, Αλέξιε, εννόησάς το». Αντικαταστήστε το «Αλέξιος», με κάποιο άλλο όνομα, της προσφάτου αρεσκείας σας...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου